29 Ιουν 2019

Εντάσσοντας το παιχνίδι στη θεραπεία


Η θεραπεία με βάση το παιχνίδι είναι ιδανική για να κεντρίσουμε την προσοχή του παιδιού και να φτιάξουμε μνήμες που ξεπερνούν τα στενά όρια της λογοθεραπευτικής συνεδρίας. Αυτές οι αξιομνημόνευτες στιγμές υποστηρίζουν τη μάθηση και τη μνήμη και είναι απαραίτητες ειδικά όταν οι θεραπευτικές συνεδρίες δε γίνονται συχνά.
Το παιχνίδι είναι ευέλικτο, επεισοδιακό, έμμεσο και εστιάζει στη διαδικασία. Κατά τη διάκρεια του παιχνιδιού το παιδί συμμετέχει ενεργά και κινητοποιείται ενδογενώς. Το πραγματικό ελεύθερο παιχνίδι δεν έχει στόχους αλλά θυσιάζουμε τη βασική του μορφή για να σιγουρευτούμε ότι οι θεραπευτικοί στόχοι που έχουμε θέσει θα εξασκηθούν.
Όσο λιγότερο αποκλίνουμε από το πραγματικό ελεύθερο παιχνίδι όταν σχεδιάζουμε συνεδρίες με βάση το παιχνίδι, τόσο το καλύτερο.
Στόχοι: Το πρώτο βήμα στην οργάνωση μίας συνεδρίας με βάση το παιχνίδι είναι η επιλογή των στόχων που θέλουμε να κατακτήσει το παιδί. Έπειτα εντοπίζουμε τον τρόπο με τον οποίο θα κατευθυνθούμε προς αυτούς τους στόχους μέσα από το παιχνίδι. Ξεκινούμε λοιπόν από τη θεραπεία και όχι από το μέσο- το παιχνίδι, και μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε παιχνίδια, τρόφιμα, μέρη από κάτι (παζλ, lego, στίχους τραγουδιών κλπ.) ή αστείες συνέπειες, βασιζόμενοι πάντας σε αυτό που ξέρουμε ότι θέλει το παιδί. Μπορούμε να εφαρμόσουμε κι άλλους, δευτερεύοντες στόχους ταυτόχρονα όμως χρειάζεται πολλή προσοχή και οργάνωση για να μην οδηγηθεί η θεραπεία σύντομα σε διαρκή επαναλαμβανόμενη εργασία χάνοντας τα ευεργετικά οφέλη της παιγνιώδους μάθησης.

Αξιομνημόνευτη ιστορία: Όσο πιο επεισοδιακή και ιστοριοκεντρική είναι η συνεδρία μας τόσο το καλύτερο. Κι αυτό γιατί τα σχετιζόμενα γεγονότα δομούν καλύτερα αναμνήσεις. Αργότερα την ίδια μέρα, όταν η μητέρα ρωτήσει το παιδί τι έκανε στη λογοθεραπεία εκείνο θα θυμάται ευκολότερα να της αφηγηθεί τη διαδικασία και φυσικά να επαναλάβει εκτός πλαισίου τους στόχους.

Αξιομνημόνευτοι στόχοι: Ίσως είναι ακόμη πιο σημαντικό να κάνουμε τους στόχους μας αξιομνημόνευτους από το να δομήσουμε ένα παιγνιώδες γεγονός. Κάνοντας ένα ηθελημένο λάθος στην επόμενη συνεδρία σε έναν ήδη κατακτημένο στόχο, παραφράζοντας ένα τραγούδι κλπ. μπορεί να οδηγήσει το παιδί να θυμηθεί το σωστό και να το επαναλάβει ευκολότερα από ότι θα έκανε κατονομάζοντας εικόνες από κάρτες.
Η θεραπεία μέσω του παιχνιδιού μπορεί να γίνει με παιδιά κάθε ηλικίας. Πώς μπορεί να εφαρμοστεί σε ένα παιδί πχ. Στ’ Δημοτικού; Απλά σκεφτείτε πώς τα παιδιά Στ’ Δημοτικού παίζουν μεταξύ τους και ξεκινήστε από εκεί (πχ. μιλήστε για το αγαπημένο του παιχνίδι στο τάμπλετ ή τι κάνει στα διαλείμματα στο σχολείο).
Ανεξάρτητα από την ηλικία ή τις δεξιότητες κάθε παιδιού πάντα υπάρχει χώρος για παιχνίδι και πάντα μπορούμε να αναρωτηθούμε: «Μπορούμε να παίξουμε με αυτό;»


Ευαγγελία Δ. Σούπη
 Λογοθεραπεύτρια
 Κομνηνών 39 και Χασιώτη
Ιωάννινα
 evageliasoupi@gmail.com

2 Ιουν 2019

Τι είναι η Ακουστική Επεξεργασία και η Διαταραχή Ακουστικής Επεξεργασίας;


Ο όρος «ακουστική επεξεργασία» αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίο το κεντρικό νευρικό μας σύστημα (ΚΝΣ) χρησιμοποιεί τις πληροφορίες που λαμβάνει από την ακουστική οδό. Η αποτελεσματική ακουστική επεξεργασία είναι θεμελιώδης για τη λεκτική επικοινωνία.

Η Ακουστική Επεξεργασία περιλαμβάνει μηχανισμούς που βοηθούν στην οργάνωση, διάκριση, ανάλυση, μετατροπή και ερμηνεία του ακουστικού ερεθίσματος:

  • Ανάκληση και οργάνωση. Αυτός ο μηχανισμός εστιάζει στην ικανότητα του ακροατή να ακούει μία πληροφορία, να τη θυμάται και να την επαναλαμβάνει με τη σωστή σειρά. Δυσκολίες σε αυτή την περίπτωση περιορίζουν την ικανότητα του ατόμου να ακολουθήσει οδηγίες, να θυμηθεί πληροφορίες και να επαναδιηγηθεί ή να περιγράψει γεγονότα. Άτομα με περιορισμένες δεξιότητες ανάκλησης και οργάνωσης συχνά δυσκολεύονται να ολοκληρώσουν εργασίες στο σπίτι, στο σχολείο ή στη δουλειά.

  • Ακουστική διάκριση. Η δεξιότητα αυτή βοηθά τον ακροατή να διακρίνει τα ακουστικά ερεθίσματα. Σε ανώτερο εεπίπεδο η ακουστική διάκριση βοηθά το άτομο να ακούσει τις διαφορές μεταξύ των χαρακτηριστικών της ομιλίας κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης καθώς και τις αλλαγές στον επιτονισμό και την προσωδία. Περιορισμοί στη διάκριση σημαίνουν πως το άτομο παρανοεί αυτά που ακούει, μπερδεύει τις λέξεις μεταξύ τους, παρουσιάζει διαταραχές στην άρθρωση της ομιλίας του ή δυσκολεύεται να μάθει να διαβάζει.

  • Ακολουθία/ Σειροθέτηση. Αυτός ο μηχανισμός περιλαμβάνει τη δεξιότητά μας να ακολουθούμε οδηγίες. Δυσκολίες σε αυτό το στάδιο είναι εμφανείς καθώς όλοι μας λίγο έως πολύ χρειάζεται να ακολουθήσουμε οδηγίες καθημερινά. Περιορισμένη ικανότητα στην τήρηση ακολουθιών μπορεί να σχετίζεται με απροσεξία, ανολοκλήρωτες εργασίες και μαθησιακές δυσκολίες.

  • Ερμηνεία. Ο ακροατής μπορεί να αποδώσει νόημα σε αυτό που ακούει. Η αποτελεσματική ερμηνεία είναι σημαντική για την κατανόηση εννοιών χρόνου, χώρου, κατεύθυνσης. Πιθανές δυσκολίες μπορεί να κάνουν έναν μαθητή να δείχνει ανοργάνωτος, σε σύγχυση και δύσκολα να μπορεί να προσαρμοστεί σε νέες καταστάσεις.

  • Σύνθεση. Είναι σημαντική για να μπορέσει ο ακροατής να συγκεντρώσει όλες τις γλωσσικές δεξιότητες που είναι απαραίτητες για την αποτελεσματική επικοινωνία. Αυτές περιλαμβάνουν την ικανότητα να μαθαίνουμε να διαβάζουμε, να μπορούμε να προβλέπουμε τα ακουστικά μηνύματα, να αναγνωρίζουμε την κεντρική ιδέα μιας συζήτησης ή ιστορίας και να συμπληρώνουμε τις πληροφορίες που λείπουν σε μία συζήτηση.

Ο όρος «διαταραχή ακουστικής επεξεργασίας» αναφέρεται σε ελλείμματα της νευρικής επεξεργασίας της ακουστικής πληροφορίας και μπορεί να οδηγήσει ή να σχετίζεται με δυσκολίες στη λειτουργία της γλώσσας, της μάθησης και της επικοινωνίας. Μπορεί επίσης να σχετίζεται με άλλες διαταραχές, όπως η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής – Υπερκινητικότητα (ΔΕΠ-Υ), γλωσσικές διαταραχές και μαθησιακές δυσκολίες ενώ δεν οφείλεται σε περιφερική απώλεια ακοής (βαρηκοϊα αγωγιμότητας, νευροαισθητήρια απώλεια ακοής).

Συνοπτικά, κάποια από τα σημάδια που μας κάνουν να υποψιαζόμαστε πιθανή ύπαρξη Διαταραχής Ακουστικής Επεξεργασίας είναι:

  • Όταν το παιδί δυσκολεύεται να κατανοήσει την ομιλία σε θορυβώδες περιβάλλον.
  • Όταν το παιδί δυσκολεύεται να ακολουθήσει με συνέπεια και ακρίβεια οδηγίες που του δίνετε.
  • Όταν το παιδί δυσκολεύεται να διακρίνει ήχους της ομιλίας που ακούγονται παρόμοιοι (πχ. |δ|-|v|, |p|-|b| κλπ.).
  • Όταν το παιδί πολύ συχνά ζητά να επαναλάβετε ή να διευκρινίσετε αυτό που είπατε.
  • Όταν το παιδί δυσκολεύεται να κατανοήσει τις πληροφορίες που του δίνονται προφορικά.
  • Όταν το παιδί γενικά τα πάει πολύ καλύτερα σε δραστηριότητες που δε βασίζονται στην ακρόαση.

 

Ευαγγελία Δ. Σούπη 
Λογοθεραπεύτρια
Κομνηνών 39 και Χασιώτη
Ιωάννινα
evageliasoupi@gmail.com



Προτεινόμενη βιβλιογραφία:

  1. Bellis, T. J., & Bellis, J. D. (2015). Central auditory processing disorders in children and adults. Handbook of Clinical Neurology, 537–556.
  2. De Wit, E., Visser-Bochane, M. I., Steenbergen, B., van Dijk, P., van der Schans, C. P., & Luinge, M. R. (2016). Characteristics of Auditory Processing Disorders: A Systematic Review. Journal of Speech Language and Hearing Research, 59(2), 384.
  3. Lawton, S., Purdy, S. C., & Kalathottukaren, R. T. (2017). Children Diagnosed with Auditory Processing Disorder and Their Parents: A Qualitative Study about Perceptions of Living with APD. Journal of the American Academy of Audiology, 28(7), 610–624.